Σελίδες

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Δεν έχω τίποτα εναντίον του ποδοσφαίρου

Δεν έχω τίποτα εναντίον του ποδοσφαίρου. Δεν πάω στα γήπε­δα για τον ίδιο λόγο που δε θα πήγαινα να κοιμηθώ το βράδυ στα υπόγεια του Κεντρικού Σταθμού του Μιλάνου (ή να περπατήσω στο Σέντραλ Παρκ της Νέας Υόρκης μετά τις έξι τ’ απόγευ­μα), αλλά, αν τύχει, παρακολουθώ μ’ ενδιαφέρον κι ευχαρίστηση έναν ωραίο αγώνα στην τηλεόραση, μια και αναγνωρίζω και εκτιμώ όλα τα πλεονεκτήματα αυτού του ευγενούς αθλήματος. 

Δε μισώ το ποδόσφαιρο. Μισώ τους παθιασμένους με το ποδόσφαι­ρο.

Ωστόσο δε θα ‘θελα να παρεξηγηθώ. Απέναντι σ’ αυτούς τους φιλάθλους εγώ τρέφω τα ίδια συναισθήματα που η Αέγκα Αο- μπάρντα τρέφει απέναντι στους εξωκοινοτικούς: «Δεν είμαι ρα­τσιστής, αρκεί να μένουν σπίτι τους».

Και ως σπίτια τους εννοώ τα μέρη όπου συγκεντρώνονται στη διάρκεια της εβδομάδας (μπαρ, οικογένεια, λέσχες) και τα γήπεδα, όπου δε μ’ ενδιαφέρει τι θα συμβεί, κι ακόμα καλύτερα αν έρθουν κι αυτοί από το Λίβερπουλ, γιατί διασκεδάζω διαβάζοντας τις περιγραφές, μια και αρένα χωρίς αίμα δε γίνεται.

Δεν αγαπώ το φανατικό του ποδοσφαίρου, γιατί έχει ένα παρά­ξενο χαρακτηριστικό: δεν καταλαβαίνει για ποιο λόγο εσύ δεν είσαι και επιμένει να σου μιλάει σαν να ήσουν. Για να σας δώσω να καταλάβετε τι εννοώ, θα παραθέσω ένα παράδειγμα. Εγώ παί­ζω φλάουτο (όλο και χειρότερα, σύμφωνα με μια δημόσια δήλω­ση του Λουτσιάνο Μπέριο, και είναι μεγάλη ικανοποίηση να ξέρεις ότι οι Μεγάλοι Μαέστροι σε παρακολουθούν τόσο προ­σεχτικά). Ας υποθέσουμε ότι βρίσκομαι στο τρένο και για να πιάσω κουβέντα με τον απέναντι κύριο, τον ρωτάω:

«Ακούσατε το τελευταίο κόμπακτ του Φρανς Μπρίγκεν;».

«Ορίστε;».

«Λέω για το Pa vane Lachryme. Κατά τη γνώμη μου, έχει πολύ αργό ρυθμό στην αρχή».

«Συγγνώμη, δε σας καταλαβαίνω».

«Μα σας λέω, Βαν Άικ, ναι; (συλλαβίζοντας) To Blockflote».

«Κοιτάξτε, εγώ… Παίζεται με δοξάρι;».

«Α, κατάλαβα, εσείς δεν…».

«Εγώ δεν».

«Παράξενο. Μα το ξέρετε ότι, για ν’ αποχτήσει κανείς ένα χειροποίητο Coolsma, πρέπει να περιμένει τρία χρόνια; Καλύτε­ρα λοιπόν ένα εβένινο Moeck. Είναι το καλύτερο, τουλάχιστον απ’ αυτά που κυκλοφορούν στο εμπόριο. Μου το είπε και ο Γκατζελόνι. Ακούστε, εσείς φτάνετε μέχρι την πέμπτη βερσιόν της Dοrdre Docn Daphne D’ Over,».

«Για να πω την αλήθεια, εγώ στην Πάρμα πάω…».

«Α, κατάλαβα, παίζετε από φα, όχι από ντο. Ναι, προσφέρει μεγαλύτερη ικανοποίηση. Ξέρετε ότι ανακάλυψα μια σονάτα του Λοϊελέτ που…».

«Του Λέιε… ποιου;».

«Αλλά θα ‘θελα να σας δω στις φαντασίες του Τέλεμαν. Τα καταφέρνετε; Μήπως χρησιμοποιείτε τους γερμανικούς δακτυλισμούς;».

«Εγώ, κοιτάξτε, τους Γερμανούς, η Μπε Εμ Βε είναι σπουδαίο αυτοκίνητο και τους εκτιμώ, μα…».

«Κατάλαβα. Χρησιμοποιείτε τους μπαρόκ δαχτυλισμούς. Σω­στά. Κοιτάξτε, αυτοί του Αγίου Μαρτίνου των Αγρών…».

Ορίστε λοιπόν, δεν ξέρω αν μπήκατε στο νόημα. Και δε θα σας φανεί παράξενο, αν ο άτυχος συνταξιδιώτης μου ορμήσει στο σήμα κινδύνου. Το ίδιο συμβαίνει και με το φανατικό του ποδοσφαίρου. Και η κατάσταση είναι ιδιαίτερα δύσκολη, όταν είναι ταξιτζής:

«Είδατε το Βιάλι;».

«Όχι, θα πρέπει να πέρασε την ώρα που έλειπα».

«Μα δε θα δείτε απόψε τον αγώνα;».

«Όχι, πρέπει ν’ ασχοληθώ με το βιβλίο Ζήτα της Μεταφυσι­κής του Σταγειρίτη».

«Ωραία, δείτε τον και μετά μου λέτε. Νομίζω ότι ο Βαν Μπάστεν μπορεί να γίνει ο Μαραντόνα του ’90, εσείς τι λέτε; Πάντως, θα πρόσεχα πολύ και το Χάτζι».

Και ούτω καθεξής σαν να μιλάει σε τοίχο. Δεν είναι ότι δε νοιάζεται για το ότι εγώ δε νοιάζομαι. Είναι ότι δεν μπορεί να διανοηθεί ότι εγώ δε νοιάζομαι. Δε θα ‘παίρνε χαμπάρι ούτε κι αν είχα τρία μάτια και δυο κεραίες πάνω στα πράσινα λέπια του ινιακού μου οστού. Δε συλλαμβάνει την έννοια της διαφοράς, της ποικιλίας και του ασύγκριτου των Πιθανών Κόσμων.

Έδωσα το παράδειγμα του ταξιτζή, αλλά το ίδιο ισχύει και όταν ο συνομιλητής ανήκει στην άρχουσα τάξη. Είναι σαν το έλκος, χτυπάει τόσο τους πλούσιους, όσο και τους φτωχούς. Το παράξενο όμως είναι ότι άνθρωποι ακλόνητα πεπεισμένοι ότι όλοι είμαστε ίσοι είναι πρόθυμοι να σπάσουν το κεφάλι του φίλαθλου που έρχεται από την παραμεθόρια επαρχία. Αυτός ο οικουμενικός σοβινισμός με κάνει να ουρλιάζω από θαυμασμό. Είναι σάμπως αυτοί της Λέγκα να έλεγαν: «Αφήστε τους Αφρι­κανούς να έρθουν προς εμάς.  Έτσι μετά θα τους κάνουμε λιώμα».

Απόσπασμα από το βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο
«Πώς να διαψεύσετε μια διάψευση και άλλες οδηγίες χρήσεως»

Το ίδιο συμβαίνει με κάθε δογματισμένο συνομιλητή και για οποιοδήποτε θέμα. Ο χριστιανός είναι αδύνατον να καταλάβει πως δεν είσαι χριστιανός … άρα είσαι η δωδεκαθεϊστής ή σατανιστής ή άθεος !! Η πιθανότητα να συμβαίνει το πολύ απλό που του λες … το «ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΘΡΗΣΚΟΣ αλλά αυτό δεν σημαίνει πως ΕΙΜΑΙ ΑΘΕΟΣ» είναι τουλάχιστον ακατανόητο και ανύπαρκτο στ’ αυτιά του αν υποθέσουμε πως το έχει ακούσει !

Αντι να μιλάς σε τοίχο καλύτερα ή κάνε κάτι άλλο ή μην μιλάς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου